Ρώμη-Βυζάντιο
Το 146 π.Χ. στο Αίγιο κατευθύνθηκαν οι πρέσβεις των Ρωμαίων για να συζητήσουν τα ελληνικά θέματα. Μετά την υποδούλωση της Ελλάδας στους Ρωμαίους οι Ρωμαίοι γκρέμισαν τα τείχη της πόλης, αλλά το Αίγιοδεν έχασε τη σημασία του. Παρά τη διάλυση της Συμπολιτείας, οι Ρωμαίοι επέτρεψαν τη συνάθροιση των αντιπροσώπων των πόλεών της στο Αίγιο για την εκλογή των στρατηγών και δημιουργών. Κι έτσι επανιδρύθηκε, κατά κάποιο τρόπο, μια Συμπολιτεία σε κατώτερο επίπεδο, που υπήρχε ως την εποχή του Παυσανία (200 μ.Χ. περίπου). Τα επόμενα χρόνια, ενώ οι άλλες Αχαϊκές πόλεις και η Κόρινθος ευρίσκονταν σε παρακμή το Αίγιο άρχισε προάγεται και να ευδοκιμεί και έγινε το πρώτο εμπορικό λιμάνι της Αχαΐας. Όμως η ανοικοδόμηση της Κορίνθου από τον Ιούλιο Καίσαρα (44π.Χ.), και η ανάκτηση της Πάτρας από τον Αύγουστο (30π.Χ.), και η υποχρέωση των κατοίκων των Ρυπών να μετοικήσουν στη Πάτρα, έφεραν το Αίγιο σιγά-σιγά σε δευτερεύουσα θέση.Το 23π.Χ. η πόλη υπέστη φοβερό σεισμό και απαλλάχθηκε από κάθε υποχρέωση προς τη Ρώμη με πρόταση του αυτοκράτορα Τιβέριου, για τρία χρόνια. Κατά τα χρόνια 174 - 175μ.Χ. που συμπίπτουν με την περιήγηση του Παυσανία διατηρείται σε ανθηρή κατάσταση. Το 217μ.Χ. υπάρχει η τελευταία αναφορά για το Αίγιο σε νομίσματα προς τιμή της γυναίκας του Μάρκου Αυρηλίου, Πλαυτίλλης. Κατά την Ιερή Παράδοση στο Αίγιο διέμενε, δίδαξε και ζωγράφισε, ο Ευαγγελιστής Λουκάς.
Κατά τη βυζαντινή περίοδο το Αίγιο έπεσε σε αφάνεια. Οι βαρβαρικές ορδές που θα εισβάλουν κατά διαστήματα στον ελλαδικό χώρο θα καταστρέψουν επανειλημμένως την πόλη. Διοικητικά το Αίγιο αποτελούσε υποδιοίκηση του θέματος Πελοποννήσου. Υπήρχε όμως και λειτουργούσε και η τοπική αυτοδιοίκηση με την εκλογή αρχόντων από το λαό. Τα χρόνια μετά τον τρίτο αιώνα το Αίγιο σχεδόν χάνεται από την Ιστορία. Τον 3ο αιώνα μ.Χ. εισβάλουν στην πόλη οι Βησιγότθοι και εξανδραποδίζουν τους κατοίκους.
Ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος (408 - 450) παραχώρησε στο Αίγιο λόγω των καταστροφών, φορολογικά προνόμια. Μετά την Διάδοση του Χριστιανισμού αναφέρεται μόνο τον έκτο αιώνα σαν έδρα επισκόπου, πράγμα που δείχνει ότι επρόκειτο περί πόλεως σε ακμή. Επί Ιουστινιανού (527 � 565 μ.Χ.) το Αίγιο γνώρισε παρακμή. Κατά το 805 την πόλη κατέλαβαν προσωρινά οι Σλάβοι και τη μετονόμασαν σε Βοστίτσα. Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους το 1205μ.Χ. ο Γουλιέλμος ο Σαμπλίττης και ο Γοδεφρίδος ο Βιλλαρδουίνος, αποφάσισαν να κατακτήσουν τη Πελοπόννησο (Μορέα). Έφθασαν στη Πάτρα και μετά κατέλαβαν τη Βοστίτσα. Μετά τη κατάκτηση του μεγαλύτερου μέρους της Πελοποννήσου ο Γουλιέλμος ανακηρύχτηκε Πρίγκιπας της Αχαΐας. Μετά τον θάνατο του ο Γοδεφρίδος ο Βιλλαρδουίνος χώρισε τη Πελοπόννησο σε 12 βαρονίες. Μία από αυτές ήταν και η Βαρονία της Βοστίτσας, με βαρόνο τον Ούγκο ντέ Σαρπινύ, ο οποίος και έχτισε πύργο από υλικά της αρχαίας πόλης. Υπολείμματα των θεμελίων του μεσαιωνικού αυτού πύργου της Βοστίτσας σώζονται σήμερα στα υπόγεια του σπιτιού του Αθαν. Τσινούκα στο βράχο, στα Εισόδια. Το 1363 η βαρονία της Βοστίτσας πωλείται στον Νέριο Ατζιαγιώλη, το 1381μ.Χ. καταλαμβάνεται από τον Ναβαρρικό στρατό (Ναβαρρική εταιρεία), και το 1394μ.Χ. δίνεται προίκα στην Κάρολο Τόκκο δούκα της Λευκάδας και της Κεφαλλονιάς, από το Νέριον Ατζιαγιώλη.
Οι Βενετοί δεν μπόρεσαν παρ' ότι επιχείρησαν να καταλάβουν τη Βοστίτσα, έτσι αυτή περιέρχεται στον Θεόδωρο Παλαιολόγο, δεσπότη του Μιστρά το 1422μ.Χ.